Καταφτάνει το φωτεινό σημάδι

Η ζωή μιας σπίθας

μια καμπυλωτή μυρωδιά

Πριν από αυτό, το αν αξίζει.

Μαζί με αυτό το αν αντέχει. Την ευθύνη.

Γιατί;

Αυτό που δεν ξέρουμε, αυτό που δεν βλέπουμε, αυτό
που υπάρχει μόνο στα μάτια που σε κοιτάνε,

σαν μια θολή μαριονέτα που χορεύει σε ένα όνειρο ξένο

Αυτό γίνεσαι, για δύο στιγμές,

αυτό είσαι.
Αυτό.

και για όλες τις επόμενες που πάνω σε αυτές θα στοιβάζονται,
κάπως για πάντα.

Και εκεί που θα έπρεπε να καταλάβεις
εσύ

δεν καταλαβαίνεις τίποτα.

Εκεί που όλοι περιμένουν, περιμένεις και εσύ, και
διαρκώς...

ένα τίποτα. Σε αναμονή του μυστηρίου.

Στο τέλος δεν είσαι παρά αυτός που προσπαθεί.

Σε αυτά τα μάτια που βλέπουν το ξένο.

Σε αυτά τα μάτια που βλέπουν το άγνωστο.

Σε αυτά τα μάτια που βλέπουν τα όνειρα τους να μπερδεύονται, και την ζωή
να μην τους βγαίνει.

Ένα τέρας.

Να χαλάει όλα του κόσμου τα τρυφερά ονειράτα.
Μέσα σε κάποιον κρυφό θαυμασμό, σε μια πονηρή ματαιοδοξία.
Ντυμένο με όλες τις εικόνες τις συμφοράς και της λατρείας.

Να ανθήσει.

Ένα νούφαρο, μια απουσία,
ή τίποτα από τα δύο.

Και όσο προσπαθείς. Δεν βγάζει νόημα.

Δεν βγάζει νόημα

αδυσώπητα να ψάχνω να βρίσκω να χάνω.

Πονοκέφαλος

Μαύρο φωτάκι μακρινό που ταξιδεύει γρήγορα.

Βαρκούλα ουράνια με δάκρυα χαιρετίσματα,

μεμιάς τα λησμονεί,

το πιο μακρινό πεφταστέρι.

Σαν τον έναστρο ουρανό κι η ανθρώπινη διαύγεια.

Μια αθώα αθόρυβη λυτρωτική ανειλικρίνεια.

Με ένα μικρό βογκητό,

Σε ένα μικρότερο πόνο απάντησε.

Να και αν απεργείτε να και αν δεν

Τι μπορεί να σημαίνει αύξηση στο επιτόκιο δανεισμού του Βελγίου? Ποια είναι τα κριτήρια τελικά υποβάθμισης μιας χώρας? Το Βέλγιο αποτελεί μια από τις πλούσιες χώρες της Ευρωζώνης και αναλογικά έχει τους πιο πλούσιους κατοίκους. Η περιουσία των κατοίκων της είναι σχεδόν τριπλάσια από την ετήσια παραγωγή της χώρας. Και όμως τα οικονομικά στοιχεία φαίνεται να μην παίζουν ρόλο, αποδεικνύοντας ότι ούτε στην περίπτωση της Ελλάδας έπαιξαν ρόλο. Τι τα λέμε θα μου πεις. Λες και δεν τα ξέρουμε.

Αντιστοίχως η περιουσία των τραπεζών της Ιρλανδίας είναι οχταπλάσια από την ετήσια παραγωγή του κράτους. Και παρά τα πόσα όσα έχουν γίνει εξ αιτίας των τραπεζών αυτές ήταν έτοιμες να δώσουν μπόνους στους υπαλλήλους τους 40εκ ευρώ την ώρα που οι πολίτες μέσω του κράτους στηρίζουν οικονομικά τις τράπεζες. Λέτε στην Ελλάδα να μην γίνονται αυτά? Αλλά που να τα παρακολουθήσεις. Ο χορός των κρατικών επιχορηγήσερων στην Ελλάδα χορεύεται στο σπίτι των βουλευτών όχι στην βουλή.

Και Γιωργάκης καλά κρατεί τον χορό, στα 540€ ο βασικός μισθός και το ελεύθερο στις επιχειρήσεις να αντικαθιστούν κατά το δοκούν υπαλλήλους, ενώ ήδη έξι στους δέκα Έλληνες που σπουδάζουν στο εξωτερικό δεν επιστρέφουν ούτε για πλάκα στην Ελλάδα, και πόσοι άλλοι φεύγουν άνευ σπουδών. Στόχος λένε ήταν η υψηλής ποιότητας πνευματική παραγωγή της χώρας, απότοκος απουσίας βιομηχανίας. Πως θα επιτευχθεί αυτό με ανειδίκευτη εργασία; ΓΑΠ only knows.

Καλημέρα Ελλάδα με έναν ακόμα νεκρό από τα χρέη να προστεθεί στους πόσους άραγε μου ήδη μετράμε. Πόσο ακόμα να συγκινηθείς από αυτό που μας έγινε συνήθεια.

Μην πυροβολείτε τα δικά σας μικρά κεφάλια. Θέλετε να αυτοκτονήσετε; ζωστείτε εκεί με εκρηκτικά και βουρ στο πατσά, τι την έχετε την τηλεόραση; Βάλτε και ένα σαρίκι να είστε και της μόδας και μια χαρά θα γίνετε και ήρωες. Τα μεγάλα κεφάλια θέλουν κόψιμο όχι τα μικρά.

Πόσους ακόμα θα μετρήσουμε αν τελικά η ΔΕΗ πέσει και αυτή στο κόλπο και συμπαρασύρει και τις επενδύσεις στα Φ/Β; Ήδη η ΔΕΗ δηλώνει δυσκολίες ρευστότητας δεδομένου ότι πολλοί είναι εκείνοι που δεν μπορούν αν πληρώσουν το ρεύμα τους. Το ότι κάποιοι φυσικά δεν έχουν ρεύμα δεν το λογαριάζουμε, είναι δευτερευούσης σημασίας αυτό που έχει σημασία είναι ο ρυθμός αύξησης αυτών. Να πως οι νεκροί γίνονται στατιστικό: 10% είναι ο αριθμός αυτών που δεν πληρώνουν -άρα δεν έχουν- ηλεκτρικό, ήτοι ένας στους δέκα. Όσοι είναι και οι Αθηναίοι που τρέφονται καθημερινά από τα συσσίτια του δήμου Αθηνών.

Τα καλά της Αργεντινής, με τις προτάσεις «αγοράστε τώρα γεννήτρια και σπόρους, θα κλαίτε άμα δεν το κάνετε». Μπορεί να φαίνεται υπερβολικό, ειδικά τότε όσοι το άκουγαν γελούσαν. Να δω πως θα χρηματοδοτήσει η ΔΕΗ τις βλάβες της σε λίγες ημέρες αν το τοπίο δεν αλλάξει, και ο μόνος τρόπος να αλλάξει το τοπίο είναι ο ΓΑΠ να εκτελεστεί ως προδότης του έθνους και μαζί και όλα του τα τσιράκια στην Βουλή.

Επίσης γελούσαν όλοι όταν ο Στάθης της Ελευθεροτυπίας έλεγε ότι το 1913 κανείς δεν περίμενε τον πόλεμο. Η τούρκικη φρεγάτα Salih Reis βολτάρισε σήμερα στο Αιγαίο, πέρασε από την Ρόδο και έπειτα ανάμεσα από την Κεα και την Μακρόνησο και έπειτα μέσω του στενού του Καφηρέα χαιρέτησε το Σούνιο. Τρομερό; Και όμως όχι. Ήταν η ενδέκατη φορά που γίνεται αυτό μέσα στο 2010.

Πιστεύοντας στην Επιστήμη

Ιδιαίτερα μπερδεμένη περίπτωση, ως παράγωγο της λέξης επιστήμη, λέξη που ανήκει στο σύνολο των λέξεων που έχουν σαθρό νόημα (εκλαμβάνονται από τον καθένα όπως εκείνος, εκείνη την ώρα νομίζει), λέξεις όπως λογική, αγάπη, καλό, κακό, δίκαιο, έρωτας, φιλία κτλ.

Ερευνώντας το νόημα της λέξης επιστήμη, ως επί το πλείστον ερχόμαστε σε ερμηνείες που εμπεριέχουν την αυτοαναφορά, όπως στο παράδειγμα της Wikipedia που αναφέρει:

«Στη σύγχρονη εποχή, ο όρος είναι πιο περιορισμένος και δηλώνει το σύστημα απόκτησης γνώσης με βάση την επιστημονική μεθοδολογία που βασίζεται στην επιστημονική έρευνα»

*αυτοαναφορά σημαίνει να χρησιμοποιούμε το προς ερμηνεία στην ερμηνεία: «επιστήμη είναι η γνώση που αποκτήθηκε επιστημονικά»!

Δυστυχώς η επιστημονική διερεύνηση δεν είναι υποχρεωτικά κανονιστικού χαρακτήρα. Αυτό σημαίνει ότι η μελέτη της μπορεί να περιορίζεται στην παρατήρηση χωρίς να περιλαμβάνει κριτική. Η απογύμνωση των επιστημόνων από κάθε ηθικό καθήκον μας έχει φέρει (εκτός από την ατομική βόμβα) σε αυτό τον παράλογο ορισμό της λέξης «επιστήμη», κόντρα στην αρχική ερμηνεία της, η οποία ευτυχώς παρατίθεται στην Wikipedia ως εξής:

«Ο πρώτος ορισμός διατυπώνεται στο έργο Θεαίτητος του Πλάτωνα όπου ένας από τους συνομιλητές αναφέρει ότι «έστιν ουν επιστήμη δόξα αληθής μετά λόγου», δηλαδή η επιστήμη αποτελεί βεβαιωμένη με λογικά επιχειρήματα γνώση.»

Αυτόν τον ορισμό θα κρατήσουμε εμείς, βάζοντας αντί του «επιστημονική μέθοδος» το «λογικά τεκμηριωμένη», και αποφεύγοντας έτσι την αυτοαναφορά. Πλέον τίθεται το ερώτημα της ερμηνείας της λέξης «λογικός». Ακόμα μια μπερδεμένη λεξούλα.

Η λογική είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο, και πολλά χρόνια τώρα σπουδάζεται ως επιστήμη και συγκεκριμένα ως κλάδος των μαθηματικών. Ο Adam Smith, για παράδειγμα, εις άγνοια των περισσοτέρων ήταν καθηγητής λογικής στην Οξφόρδη, και αν κάποιος μελετήσει τον «Πλούτο των Εθνών», το σύγγραμμα που θεμελίωσε τον καπιταλισμό, θα βρει πολλά ενδιαφέροντα πράγματα δεν διδάχθηκε ποτέ (γιατί άραγε?).

Πρώτος (?) που όρισε την λογική ήταν ο Αριστοτέλης στο σύγγραμμα του «Περί λογικής» του οποίου μια σύγχρονη νεοελληνική εκδοχή κυκλοφορεί ελεύθερα στο διαδίκτυο και είναι πλήρως κατατοπιστική. Η μελέτη αυτού του δοκιμίου θεωρώ είναι απαραίτητη για κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο, η πλήρης δε κατανόηση αυτού απαραίτητη για την κατανόηση της έννοιας «επιστήμη».

Αν δεν το έχετε μελετήσει, διακόψτε αυτή την ανάγνωση και μελετήστε το τώρα, γιατί αποτελεί το απόλυτο manual της σκέψης. Αν δεν το έχετε μελετήσει, όσα πτυχία μεταπτυχιακά και διδακτορικά και να έχετε δεν είστε παρά ένας παρασημοφορημένος μπαμπουίνος, και προσωπικά έχω βαρεθεί να γνωρίζω ανθρώπους που αυτοαποκαλούνται επιστήμονες αλλά δεν ξέρουν καν τον ορισμό της λέξης αυτής. Επιστήμονα δεν σε κάνει το πτυχίο, αλλά η ικανότητα του να σκέπτεσθαι λογικώς.

Έτσι λοιπόν, θεωρώντας ως δεδομένο ότι σε αυτό το σημείο έχετε μελετήσει το δοκίμιο που ανέφερα, συνεχίζω με ένα σημείο που πρέπει να τονιστεί πάραυτα.

Στην σύγχρονη εποχή, ως απότοκος της πτώσης της θρησκευτικής πίστης (πίστη είναι η γνώση που δεν βεβαιώνεται λογικά)* και δεδομένου ότι η λογική σκέψη δεν είναι ούτε τόσο διαδεδομένη ούτε τόσο εύκολη όσο συχνά θεωρείται, οι άνθρωποι, βιολογικώς ανίκανοι να αποκολληθούν από την ανάγκη τους να ερμηνεύουν τον κόσμο, σπεύδουν σε ερμηνείες και παγιδεύονται σε αυθεντίες χωρίς να μεσολαβεί λογική σκέψη. Όπως πολύ σωστά έχει αναφερθεί, το επιχείρημα: «αυτό είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο» είναι ένα απόλυτα αντιεπιστημονικό επιχείρημα!

Έτσι σήμερα είμαστε όλοι μάρτυρες μιας θεοποίησης της επιστήμης, κάθετα και αυστηρά αντίθετα με το σκοπό αυτής, ο κόσμος την αντιμετωπίζει ως την απόλυτη και αδιαμφισβήτητη πηγή αδιαμφισβήτητης αλήθειας. Αυτή η αντιμετώπιση της επιστήμης είναι ένα πολύ επικίνδυνο μιμίδιο (κοινωνική ιδέα) διότι (εκτός των άλλων) καθαιρεί μια άλλη εξίσου σημαντική πηγή γνώσης: την διαίσθηση.

Φυσικά είναι καλύτερα που την θέση της θρησκείας έχει πάρει η επιστήμη, ακόμα και με αυτόν τον τρόπο.

Επιστρέφοντας λοιπόν στο θέμα, η επιστημονική μέθοδος είναι ένα εργαλείο σκέψης και παραγωγής συμπερασμάτων. Βασική αρχή της είναι η λογική συνέπεια. Ευρέως κυκλοφορεί ένα διάγραμμα της επιστημονικής μεθόδου σε μορφή αλγορίθμου το οποίο αποτελείται από τα εξής βήματα:

  1. Παρατήρηση
  2. Ερώτημα
  3. Σχηματισμός υπόθεσης που ερμηνεύει την παρατήρηση
  4. Διεξαγωγή πειράματος επαλήθευσης
  5. Αποτέλεσμα και ανατροφοδότηση.

Έτσι αν η υπόθεση επαληθεύεται πειραματικά έχουμε μια επιστημονική απάντηση στο ερώτημα μας, ενώ αν δεν επαληθεύεται, αλλάζουμε την υπόθεση μας και πειραματιζόμαστε μέχρι να καταλήξουμε σε κάποια επιστημονική απάντηση.

Αυτό το σχεδιάγραμμα βρίσκει κυρίως εφαρμογή σε φυσικούς και αναγκαστικά περιορίζεται σε αυτούς, οι οποίοι θεωρούν τους εαυτούς τους ως τους απόλυτους επιστήμονες αφού αυτοί φέρνουν τα τεχνολογικά επιτεύγματα, όπως αντίστοιχα θεωρούν τους εαυτούς τους οι μαθηματικοί, διότι τα μαθηματικά δεν χρειάζονται πείραμα και δεν έχουν συμπεράσματα που μπορεί να διορθωθούν κάποια μέρα, όπως επίσης και οι ιατροί, γιατί απασχολούνται με το μεγαλύτερο μυστήριο της ζωής και στο κάτω κάτω σε κόβουν και σε ράβουν κοκ, και όλα αυτά επειδή το να είσαι επιστήμονας είναι της μόδας και πλέον το ζητούμενο είναι στο να είσαι πιο επιστήμονας από τον άλλο.

Κουραφέξαλα. Επιστήμονες κοινωνικώς και μόνον. Για το φαίνεσθε και το θεαθήναι. Εγώ τους χρησιμοποιώ σαν φορητές εγκυκλοπαίδειες. Τους χαϊδεύω το εξώφυλλο (εσύ που ξέρεις τόσα) και ρίχνω το ερώτημα να δω τι θα μου πουν. Αν μου κάνει διαισθητικά το αποδέχομαι, ειδάλλως το ερευνώ.

Σήμερα λοιπόν δεχόμαστε ότι η επιστημονική μέθοδος είναι ο ασφαλέστερος τρόπος ερμηνείας του κόσμου. Και φανταζόμαστε, κάποιοι πιο ρομαντικοί από τους υπόλοιπους, ότι ίσως μια ημέρα το ανθρώπινο είδος θα σκέπτεται έτσι, ήτοι λογικά, κάθε φορά που σκέπτεται. Φανταζόμαστε επίσης ότι η γνώση θα είναι προσβάσιμη εύκολα τόσο ως συμπέρασμα όσο και ως διαδικασία (θα αναφέρονται δηλαδή οι πηγές του συμπεράσματος) και η αμφισβήτηση και επιστημονική διερεύνηση τους θα είναι κάτι το καθημερινό. Αυτό φυσικά σήμερα δεν αποτελεί παρά ένα ουτοπικό όνειρο αφού απαιτεί, όχι μόνο θέληση αλλά και ικανότητα στην χρήση της λογικής. Μπορεί να ακούγεται άσχημο, αλλά δεν είναι όλοι οι άνθρωποι αρκετά έξυπνοι. Τουναντίον οι περισσότεροι είναι υπερβολικά ηλίθιοι, και αυτό δεν αποτελεί κοινωνικό αποτέλεσμα αλλά κυρίως βιολογικό. Έτσι χρειάζεται μια κοινωνία η οποία θα έχει τους απαραίτητους μηχανισμούς για να εκφυλίζει την βλακεία και να εξελίσσει την εξυπνάδα και καταλήγουμε σε μια κυκλική διαδικασία του τύπου «η κότα έκανε το αυτό ή το αυγό την κότα» αφού μια κοινωνία ηλιθίων δεν είναι ικανή να κατασκευάσει τέτοιους μηχανισμούς.

Ο ρεαλιστικός λοιπόν στόχος είναι να εκπαιδευτούν όσο το δυνατόν περισσότερο, όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι, στο να σκέπτονται λογικά. Ξεκινώντας από τα καθημερινά απλά προβλήματα και φτάνοντας μέχρι τα πιο σύνθετα, ο καθένας μας πρέπει να μάθει και να διδάσκει την λογική σκέψη. Τίποτα καλό δεν πρόκειται να δει ο κόσμος μας, και εμείς ατομικά όσο αυτό δεν γίνεται. Πριν λοιπόν ξανοιχτείτε να σώσετε τον κόσμο, αφιερώστε λίγο χρόνο στον εαυτό σας.

Άλλωστε, αν ισχύει ότι η ζωή είναι όμορφη, το μόνο που μένει είναι να την μάθεις.

Η ιστορία του Χρήματος

Η Ιστορία του Χρήματος

Ασχέτως του πως προέκυψε ο άνθρωπος, μπορούμε να είμαστε απόλυτα βέβαιοι ότι οι πρώτοι άνθρωποι, μέχρι και πριν 10.000 χρόνια δεν είχαν σπίτια ή πόλεις γιατί έπρεπε να μετακινούνται προς αναζήτηση τροφής, και ανακαλύψεις όπως η φωτιά, η επεξεργασία του ξύλου και της πέτρας και η καλλιέργεια και η εξημέρωση ζώων στάθηκαν ως αιτία ώστε να μπορέσουν κάποιες ομάδες να έχουν όσα χρειάζονται για να ζήσουν, χωρίς να χρειάζεται να περιπλανώνται. Κάπως έτσι περάσαμε από τις αγέλες στις νομαδικές οικογένειες και έπειτα στους πρώτους οικισμούς.

Οι πρώτοι οικισμοί, αποτελούμενοι από ολιγομελείς φατρίες, είχαν έντονο το στοιχείο της συνεργασίας. Μπορούμε με ασφάλεια να υποθέσουμε ότι η λειτουργία αυτών δεν διέφερε από την σημερινή βασική λειτουργία των οικογενειών, όπου οι νεότεροι και δυνατότεροι αναλαμβάνουν τις βαριές δουλειές ενώ οι γηραιότεροι και εμπειρότεροι τις λεπτεπίλεπτες, αναλαμβάνοντας και την καθοδήγηση, απότοκος της εμπειρίας τους. Αυτός είναι ο σπόρος της εξειδίκευσης και λίγη φαντασία αρκεί για να δούμε το αποτέλεσμα που είχε η εμπειρία στην διαμόρφωση του ηγετικού στάτους των γηραιότερων και την ανάληψη αρχηγικών καθηκόντων εντός αυτών των κοινωνιών.

Μέσα σε αυτούς τους οικισμούς, η επιβίωση έγινε ευκολότερη, χρόνος περίσσευε και οι άνθρωποι άρχισαν να γίνονται πιο αποδοτικοί στις δουλείες: το κυνήγι, τη σπορά, την συλλογή, και κάποιοι άνθρωποι άρχισαν να γίνονται καλύτεροι σε κάποια πράγματα και έτσι να ασχολούνται κυρίως με αυτά, προσφέροντας τα στα υπόλοιπα μέλη της ομάδας και ανταλλάσοντας τα με άλλα στα οποία άλλοι ήταν καλύτεροι.

Όταν η ανταλλακτικότητα άρχισε να διευρύνεται ανέκυψε η ανάγκη ενός μέτρου σύγκρισης. Δεδομένου ότι τα αγαθά ήταν ελάχιστα και περιοριζόντουσαν σε τροφή και ένδυση, το βάρος τους αποτέλεσε το ιδανικό μέτρο σύγκρισης αφού ότι ήταν πιο βαρύ ήταν και πιο χορταστικό, (με εξαίρεση το καρπούζι που ήταν μεγάλη γυφτιά!).

Κάπως έτσι κύλησε για κάποιο διάστημα μέχρι που τελικά ξεπεράστηκε και αυτή η κατάσταση γιατί άρχισαν να υπάρχουν προτιμήσεις. Το πρόβλημα πλέον δεν ήταν αν θα φας, υπήρχε αρκετό φαγητό και μπορούσες να επιλέξεις ανάμεσα σε σημαντική ποικιλία. Κάποια παιδιά άρχισαν να γκρινιάζουν όταν το μενού είχε μπάμιες ή κουνουπίδια και οι γονείς έτρεχαν να βρουν κάτι άλλο να μαγειρέψουν να γλυτώσουν τα παιδιά από αβιταμίνωση και σύνθετα ψυχολογικά προβλήματα.

Έτσι λοιπόν ο Νίκος έπαιρνε δέκα ντομάτες από τον Αντώνη της διπλανής καλύβας σε αντάλλαγμα μια υπόσχεση ότι μόλις γίνουν οι πατάτες του θα του δώσει και αυτός δέκα και θα πατσίσουν. Μετά ήρθε όμως και ο Γιώργος από την απέναντι καλύβα που ήθελε δυο ντομάτες και υποσχέθηκε μια μερίδα από το πρώτο γουρούνι που θα έπιανε μέσα στις επόμενες ημέρες και μετά και ο Τάκης και ο Λάκης κτλ και ούτε να γράφουν δεν ήξεραν αυτοί οι κακομοίρηδες, βρεθήκαν και συμφώνησαν να κρατάνε αρχείο με κοχύλια για να μην ξεχνιούνται. Πολύ βολικό και τίμιο, δεν ήταν παρά ένα εργαλείο μνήμης με το οποίο όλοι είχαν λιγότερες σκοτούρες. Το έπιασα το γουρούνι τι σου χρωστάω δεν θυμάμαι, όσο αντιστοιχεί σε 10 κοχύλια, α ναι!

Αλα! Το πρώτο νόμισμα! (χρήμα ορίζεται κάθε τι που αποτελεί μέσο συναλλαγών).

Έπειτα ήρθε η εποχή του μετάλλου, και άρχισαν οι πρώτες κατασκευές. Τα μεταλλικά εργαλεία πολλαπλασίαζαν την απόδοση της εργασίας και το μέταλλο ανέβηκε γρήγορα στις προτιμήσεις, ήταν πιο δυσεύρετο και έτσι είχε μεγαλύτερη αξία από το φαγητό. Τα πρώτα νομίσματα ήταν καθαρές καλλιτεχνικές εκφράσεις και όχι χρήμα. Τα είχαν για διακοσμητικές καρφίτσες και μενταγιόν στο λαιμό και αν τους έπεφταν στο φαγητό τα έλεγαν φλουριά. Αργότερα φυσικά είδαν πόσο πιο βολικά είναι από τα κοχύλια, κάθε οικογένεια είχε το δικό της ώστε να ξεχωρίζει, όχι σαν τα κοχύλια που όλα ίδια ήταν και μπερδευόντουσαν μεταξύ τους.

Κάπως έτσι η ανθρωπότητα έφτασε στις πόλεις, με την σημαντική πλέον εξειδίκευση και το χρήμα, όπως περίπου το αντιλαμβανόμαστε σήμερα, ήτοι τα νομίσματα, που κατασκευάζονταν έπειτα από απόφαση των αρχηγών της κάθε πόλης και μοιραζόντουσαν όποτε υπήρχε ανάγκη για το εργαλείο αυτό. Στην Αρχαία Ελλάδα το μέτρο ήταν ο «οβολός», μια μικρή σιδερένια βέργα, και η «δραχμή» (το πρώτο νόμισμα-χρήμα) ακολουθώντας την ετυμολογία της (δράττω = πιάνω σφιχτά) ισοδυναμούσε με έξι οβολούς, όσους δηλαδή χώραγε μια χούφτα. Σύντομα ο σίδηρος αντικαταστάθηκε με άλλα πιο σπάνια και συνεπώς πιο πολύτιμα μέταλλα όπως ο χρυσός και το ασήμι.

Το επόμενο μεγάλο βήμα προήλθε από το εμπόριο, την ανταλλαγή δηλαδή αγαθών, όχι ανάμεσα σε μέλη της πόλης, αλλά ανάμεσα σε μέλη διαφορετικών πόλεων. Επειδή όμως τα νομίσματα της κάθε πόλης δεν είχαν κοινό παρανομαστή, είχαν διαφορετικό βάρος και σύσταση ή κατασκευαστική τεχνική, οι έμποροι είτε τα έλιωναν για να κρατήσουν το μέταλλο είτε τα κρατούσαν για μελλοντικές συναλλαγές με την πόλη εκείνη από όπου το πήραν, αναλόγως τι τους συνέφερε πιο πολύ.

Που να τα βάλουν όμως? Κάπως έπρεπε να τα φυλάνε, δεν είχαν χρηματοκιβώτια, οπότε έπρεπε να τα πάνε κάπου αλλά που? Ποιο ήταν το μόνο μέρος που κανείς δεν έκλεβε? Οι Ναοί!

Ο Ναός του Απόλλωνα στους Δελφούς ήταν ένα από τα σημαντικότερα ταμιευτήρια της εποχής και δεδομένου ότι βρισκόταν ανάμεσα στις μεγαλύτερες δυνάμεις (Αθήνα και Σπάρτη), έγινε ισχυρός πόλος έλξης κεφαλαίων μαζί και πληροφοριών για αυτό εξελίχθηκε στο παντοδύναμο Μαντείο των Δελφών. Δεν δάνειζαν όμως χρήματα, αυτό δεν επιτρεπόταν, για αυτό ήταν ταμιευτήρια και όχι τράπεζες. Σύντομα, τόσο οι Δελφοί όσο και άλλοι τέτοιοι Ναοί απόκτησαν μεγάλο πλούτο αρκετό για να συντηρούν μέχρι και δικό τους στρατό.

Η αθηναϊκή δραχμή ήταν το πρώτο νόμισμα που κατασκευαζόταν με καλούπια, αξεπέραστο σε τεχνική και δεδομένης της ακμής της Αθήνας γινόταν αποδεκτό σε ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο, Ελλάδα, Αίγυπτο, Περσία, αποτελούσε ενιαίο μέσο συναλλαγών και σύγκρισης αξίας άλλων νομισμάτων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχει εκροή ακριβών μετάλλων, που για την Αθήνα ισοδυναμούσε με διαρροή, αφού αυτά δεν επέστρεφαν ποτέ πίσω, ενώ η ανάγκη για έκδοση νέων συνεχιζόταν αμείωτη. Έτσι ο Περικλής αποφάσισε την αντικατάσταση των χρυσών νομισμάτων με μπρούτζινα και αυτή ήταν η πρώτη καθαρή νομισματική πολιτική κίνηση και η απαρχή διαχωρισμού απτής και θεωρητικής αξίας του χρήματος.

Σύντομα εμφανίστηκαν και οι πρώτοι ιδιώτες που δεχόντουσαν να φυλάνε χρήματα, και που –παρανόμως- τα επένδυαν ή τα δάνειζαν σε άλλους. Αυτή ήταν η απαρχή του τραπεζικού συστήματος στην αρχαία Ελλάδα που φυσικά απαγορευόταν. Μπορούσες να δανείσεις χρήματα όχι όμως χρήματα άλλων. Όταν κάποιος πιανόταν στα πράσα (μόνο όταν πτώχευε) δικαζόταν.

Ο Αριστοτέλης κάνει διάκριση ανάμεσα στο εμπόριο και την χρηματιστική. Η διαφορά είναι ότι, το μεν εμπόριο είναι η χρήση του χρήματος για βιοπορισμό ενώ η χρηματιστική είναι η χρήση του χρήματος για πλουτισμό. Φυσικά αυτό τότε ήταν προφανές, αφού τα χρήματα κατασκευάζονταν για να διευκολύνουν τις ανταλλαγές και όχι για να πλουτίσουν κάποιοι και η όλη διαδικασία ήταν απλή και διάφανη. Άλλωστε ο πλούτος τότε κυρίως προερχόταν από την Αριστοκρατική καταγωγή, οι έμποροι ήταν η μεσαία τάξη που ανέβαινε επικίνδυνα για τους αριστοκράτες. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο μεγαλύτερος τραπεζίτης της εποχής ήταν ένας πρώην σκλάβος της Αθήνας, και το ότι οι Σπαρτιάτες συνέχισαν να χρησιμοποιούν τους οβολούς, αντί των νομισμάτων, ακριβώς για να αποφύγουν την χρηματιστική στην κοινωνία τους.

Κατά την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και της Ρώμης έπειτα, η κατάσταση συνεχίστηκε με αυτό τον τρόπο, η τραπεζική άρχισε να αναπτύσσεται και λόγω της ιδιομορφίας της (τόσο η παράδοση για φύλαξη όσο και ο δανεισμός ήταν ιδιωτικές συναλλαγές που διέπονταν από απόρρητο) δεν ήταν εύκολο να καταπολεμηθεί. Ήταν όμως απόλυτα και ξεκάθαρα παράνομο το να δανείζεις χρήματα που άλλοι σου έφερναν για να τα προστατεύεις. Ο χριστιανισμός της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αποτέλεσε το πρώτο ανάχωμα, διέκοψε και κυνήγησε την τραπεζική ως αμαρτία.

Την ίδια εποχή εμφανίστηκαν στην Κίνα τα τραπεζογραμμάτια, αρχικά ως εργαλείο προστασίας από κλοπή κατά την μεταφορά κεφαλαίων και έπειτα σε πιο οικουμενική αποδοχή και έφτασαν στην Ευρώπη μέσω των εμπορικών σχέσεων Ευρώπης και Κίνας (δρόμος μεταξιού, δρόμος τσαγιού κτλ)

Τα αποταμιευτικά κέντρα αναβίωσαν την εποχή των σταυροφοριών. Τάγματα ιπποτών με εστίες σε διάφορα σημεία της Ευρώπης έκαναν εφικτή την ευρεία χρήση τραπεζογραμματίων, που ρευστοποιούνταν σε όποιο κέντρο του αντίστοιχου τάγματος τα πήγαινε ο κομιστής, άγνωστο το αν τα τάγματα δάνειζαν χρήματα, σύντομα όμως η τραπεζική άρχισε να ανάβει και πάλι κυρίως από χρυσοχόους που είχαν προστατευμένους χώρους. Τα πρώτα επίσημα χαρτονομίσματα εκδόθηκαν στα μέσα του 17ου αιώνα από μια βρετανική τράπεζα. Το να δανείζεις χρήματα που άλλοι σου κατέθεταν ακόμα και τότε ήταν παράνομο, αλλά λόγω του πλούτου που άρχισε να συσσωρεύεται στην Ευρώπη έκτοτε σπάνια γινόταν θέμα. Και για να τελειώνουμε με αυτή την ιστορία να πούμε εδώ ότι το να δανείζεις χρήματα που άλλοι σου κατέθεσαν είναι ακόμα και σήμερα παράνομο. Ποτέ δεν νομιμοποιήθηκε για αυτό και ποτέ οι τράπεζες δεν δανείζουν χρήματα που τους κατατίθενται. Άλλα χρήματα δανείζουν, και το γεγονός ότι είναι υποχρεωμένες να διατηρούν ένα μέρος των καταθέσεων τους στην κεντρική τράπεζα δεν έχει καμία σχέση.

Σταδιακά το χρήμα άρχισε να μεταλλάσσεται από εργαλείο σε ένα υβρίδιο εργαλείο-αγαθό, μέχρι που φτάσαμε σήμερα να αγοράζουμε και να πουλάμε χρήματα, και το πήγαμε και ένα βήμα παραπάνω να αγοράζουμε και να πουλάμε πιθανότητες κέρδους (χρηματιστηριακά παπαγαλάκια) και ένα ακόμα να αγοράζουμε και να πουλάμε εξασφάλιση πιθανότητας κέρδους (τα περίφημα swap). Το χρήμα έπαψε να παράγεται εν λευκώ καθώς το εμπόριο άρχισε πλέον να αναπτύσσεται παγκοσμίως, και απαιτήθηκαν κάποιοι διακρατικοί κανόνες, φτάσαμε να έχουμε ισοτιμία χρυσού δολαρίου και περάσαμε μετά το Breton Woods στον αέρα τον κοπανιστό.

Ο κανόνας χρυσού ήταν μια πολύ λογική κοινή διακρατική συναίνεση προσδιορισμού αξίας που δούλευε ως εξής: Στην Αμερική υπήρχε πεπερασμένη ποσότητα χρυσού (στο Fort Nox) όπως επίσης και συγκεκριμένα δολάρια σε κυκλοφορία. Αυτά διαιρούμενα μεταξύ τους μας έδιναν μια σχέση δολαρίου-χρυσού τύπου: ένα δολάριο ίσον μισό γραμμάριο χρυσού. Το ίδιο ίσχυε και για την Αγγλία όπου μια λίρα ήταν ίση με ένα γραμμάριο χρυσού και έτσι ένα δολάριο ήταν ίσο με μισή αγγλική λίρα κοκ. Έβρισκες χρυσό? Ήσουν πλούσιος. Απλά πράγματα. Ο κόσμος όμως πλήθαινε ο χρυσός λιγόστευε οι ανάγκες μεγαλώνανε και οι συνθήκες άλλαζαν. Το Δεκέμβριο του 1913 ιδρύθηκε το FED, ήτοι η κεντρική ιδιωτική τράπεζα των ΗΠΑ σε συμφωνία Κυβέρνησης και Ιδιωτών Τραπεζιτών και τον Αύγουστο του επόμενου έτους, τυχαία (?), ξέσπασε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος.

Σκεφτείτε εδώ τι θα πει να είναι ιδιωτική η κεντρική τράπεζα μιας χώρας, ακόμα και αν αυτή η χώρα έχει κλειστά σύνορα και δεν κάνει συναλλαγές με άλλες. Περιορίστε την ανάλυση σας σε έναν μικρό οικισμό όπου υπάρχει μια δημοκρατική εξουσία με έναν δήμαρχο, και τα νομίσματα παράγονται κατ εντολή του και δεν βγαίνουν από τον οικισμό αυτό. Μέσα σε αυτό τον οικισμό την αποκλειστική άδεια για έκδοση νομισμάτων έχει ένας ιδιώτης, ο οποίος τυγχάνει να μένει απέναντι σας. Σκεφτείτε λοιπόν τι συμβαίνει όταν ο δήμαρχος κρίνει ότι χρειάζονται χρήματα στην αγορά. Θα πρέπει να τα ζητήσει από τον ιδιώτη αυτό. Ο ιδιώτης θα κατέβει στο υπόγειο του όπου έχει τις μηχανές και θα αρχίσει να κόβει νομίσματα και χαρτονομίσματα στην αξία που του ζητήθηκε, και μόλις τελειώσει θα τα βάλει σε μια βαλίτσα και θα τα δώσει στον δήμαρχο. Κανονικά, ο δήμαρχος και ο πληθυσμός του οικισμού απλά θα αποκτήσει μερικά ακόμα εργαλεία για να μπορέσει να κινηθεί. Όμως ο ιδιώτης αυτός που έκατσε σα μαλάκας και αγόρασε το χαρτί και το μέταλλο και τις μηχανές και έκατσε και τα έκοψε πρέπει κάτι να πάρει ως αμοιβή. Το σωστό λοιπόν θα ήταν να πάρει το κόστος του και τα αντίστοιχα μεροκάματα. Αυτό που συμβαίνει όμως δεν είναι αυτό που θα έπρεπε. Κατά τα πρότυπα της FED, η κοινότητα θα χρωστάει στον γείτονα σου το ποσό αυτό που αυτός έφτιαξε ως δάνειο! Μάλιστα. Εκτυπώνεις χαρτάκια και τα πουλάς για χρυσάφι!!!

Μην γελιέστε. Και η Τράπεζα Της Ελλάδος ιδιωτική είναι. Στην 77η ετήσια συνέλευση (Απρίλιος του 2010) παραβρέθηκαν 72 άτομα που αντιστοιχούσαν στο 42% των μετόχων για να αποφασίσουν τι θα κάνουν με τα 230εκ ευρώ καθαρά κέρδη της χρονιάς. Αυτά τα 72 άτομα λοιπόν κατά μέσο όρο έβγαλαν από 1.350.000,00€ ο καθένας χωρίς καν να δουλέψουν, και τα χρήματα αυτά τα πήραν από τους Έλληνες πολίτες!

Όπως και να έχει.

Μετά τον πόλεμο οι Αμερικάνοι αποφάσισαν να εγκαταλείψουν το μοντέλο αυτό και όρισαν σταθερή ποσότητα συσχετισμού, συγκεκριμένα μια ουγκιά χρυσού να ισούται με 35 δολάρια. Αυτό αμέσως σήμαινε ότι κάθε συσχετισμός ανάμεσα σε θεωρητική και απτή αξία περιουσίας πήγαινε περίπατο. Ξέσπασε λοιπόν και ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος διαμέσου του οποίου (λίγες μόλις ημέρες μετά την απόβαση στην Νορμανδία και την παράδοση της Ιταλίας) πραγματοποιήθηκε η διάσκεψη του Breton Woods (ο απόφοιτος του Harvard Ανδρέας Παπανδρέου ήταν μέλος της πενταμελής Ελληνικής επιτροπής) οπότε πήγε και αυτός ο κανόνας περίπατο και αποφασίστηκε ένα ηλίθιο σύστημα συσχετισμών ισοτιμιών με αποκλειστικό παρανομαστή το δολάριο και αποφασίστηκε επίσης και η δημιουργία του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας και του GATT για να προστατεύουν τυχόν αποκλίσεις από το νέο μοντέλο, και έτσι όλα μπήκαν στην θέση τους και φτάσαμε στο σήμερα: όλα τα νομίσματα παίρνουν την αξία τους από το δολάριο το οποίο το εκδίδουν οι Ιδιωτικές Αμερικάνικες Τράπεζες αγοράζοντας χρέος ήτοι την δυνατότητα κατάσχεσης περιουσίας.

Πρέπει να σημειωθεί ότι το σύστημα του Breton Woods, το εισηγήθηκε ο κορυφαίος οικονομολόγος της εποχής, John Maynard Keynes με την διαφορά ότι αυτός είχε υπολογίσει ως συντελεστή όχι το δολάριο αλλά ένα νέο παγκόσμιο νόμισμα, το περίφημο bancor, κάτι που προφανώς οι αμερικάνοι τραπεζίτες δεν το δέχθηκαν.

Η κατάληξη

Έχουμε λοιπόν στα χέρια μας ένα οικονομικό σύστημα (τον ελεύθερο καπιταλισμό) που βασίζεται στο χρήμα και έχει πέσει με τα μούτρα στην χρηματιστική, ήτοι στην ανήθικη κερδοσκοπία. Και δεν φτάνει μόνο αυτό, αλλά έχουμε και ένα νομισματικό σύστημα παραγωγής και διάθεσης χρημάτων που επίσης είναι ανήθικο, αφού δεν παρέχει εν λευκώ το (ουσιαστικά άνευ αξίας) εργαλείο που λέγεται χρήμα αλλά το πουλάει υποθηκεύοντας πράγματα που έχουν πραγματική και απτή αξία.

Το όλο αυτό σύστημα απαιτεί την υπερεξειδίκευση της εργασίας, που όπως είπε ο Adam Smith στον «Πλούτο των Εθνών»: «κάνει τον εργαζόμενο τόσο βλάκα και αμαθή όσο είναι δυνατό να γίνει ένα ανθρώπινο πλάσμα». Έτσι σήμερα δεν έχουμε επιστήμονες αλλά υπερεξειδικευμένους παρασημοφορημένους και παραμορφωμένους μπαμπουίνους τίποτα περισσότερο από αυτοκινούμενες εγκυκλοπαίδειες που παράγονται ανηλεώς από βιομηχανίες παραγωγής που μπορεί να τα λέμε πανεπιστήμια αλλά μόνο αυτό δεν είναι αφού παραβαίνουν ακόμα και την ετυμολογία τους: παν-επιστήμη = όλες οι επιστήμες, όχι μόνο μια.

Σύγχρονες οικονομικές τάσεις

Η παραπάνω εξιστόρηση αφορούσε σε ένα τερατώδες χρονικό διάστημα, πάνω από 10.000 χρόνια. Έτσι, τα εξελικτικά στάδια είναι παραπάνω από εμφανή. Η εξέλιξη όμως δεν σταματάει στο χρόνο, δεν γίνεται με δρασκελιές, κυλάει αθόρυβα κάθε δευτερόλεπτο με τον ίδιο πολύ πολύ αργό ρυθμό για να την αντίληψη μας. Για κάποιον προσεκτικό όμως, (και μελετηρό, χρειάζεται και αυτό) η εξέλιξη αυτή είναι εμφανής.

Ας δούμε λοιπόν την πορεία της οικονομίας και κοινωνίας, τα τελευταία χρόνια, από την ανάλυση του Adam Smith, με όνομα ο Πλούτος των Εθνών. Σύμφωνα με αυτή την μελέτη ο Adam Smith πρότεινε ουσιαστικά στην κοινωνία να κατανοήσει τις παροντικές ανάγκες της και την φύση, και να απελευθερώσει το εμπόριο από την εξουσία που είχαν οι λίγοι, καθότι αυτό θα έφερνε πολύ μεγαλύτερο πλούτο. Η σοβαρότατη αυτή εργασία που αποτελεί ένα επιστημονικό αριστούργημα, ανέφερε με αξιοσημείωτη ανιδιοτέλεια και αντικειμενικότητα, τα υπέρ και τα κακά του μοντέλου της ελεύθερη αγοράς, παρέχοντας έτσι την δυνατότητα σε όποιον το εφάρμοζε να προστατευτεί στο μέτρο του δυνατού.

Το μοντέλο της ελεύθερης αγοράς υιοθετήθηκε γρήγορα από τις Υπερδυνάμεις της εποχής, και πράγματι έφερε τεράστιο πλούτο και πρόοδο. Η επιστήμη στράφηκε στις εξελίξεις και μας έφερε όλους αυτούς τους τρομερούς επιστήμονες και την γνώση που σήμερα κατέχουμε. Μέσα σε λιγότερα από 200 χρόνια η ανθρωπότητα ξεπέρασε κάθε προηγούμενο ρυθμό εξέλιξης. Σύντομα η Αμερική χρησιμοποίησε την επιστημονική γνώση και την τεχνολογία στην παραγωγή με πρωτοπόρο τον αυτοκινητοβιομήχανο Ford, και ο δυτικός πολιτισμός πέρασε στο στάδιο της βιομηχανικής επανάστασης, για αυτό και όλοι σήμερα έχουμε αυτοκίνητα, υπολογιστές, πλυντήρια, δρόμους, σπίτια, καφετιέρες και ότι βάλει ο νους μας. Όταν η τεχνολογία μπήκε στις καλλιέργειες εννέα στους δέκα ανθρώπους του δυτικού κόσμου εργαζόταν εκεί, ενώ σήμερα είναι μόνο ένας στους εκατό. Το εργατικό δυναμικό πέρασε στις βιομηχανίες ως εργατικό δυναμικό (ανθρωπάκια με μπλε στολές), από όπου εκδιώχθηκε από την τεχνολογία και τα ρομπότ (εξού και η φοβία της κοινωνίας για τα ρομποτ, το τερμινέητορ κτλ), για να καταλήξει παραμορφωμένος (και έχοντας θυσιάσει την παιδικότητα του στο διάβασμα) στην πολύ πιο απαιτητική παροχή υπηρεσιών.

Κάπως έτσι μπήκαν και στο παιχνίδι τα πανεπιστήμια, για να παράγουν ικανούς υπαλλήλους γραφείου, και σε περίπτωση που προκύψει και κανένας πραγματικός επιστήμονας να παραδοθεί σε έρευνες των οποίων τα αποτελέσματα θα αποτελούν κατοχυρωμένα δικαιώματα επιχειρήσεων = κροίσων. Η διοίκηση επιχειρήσεων μπήκε επίσης στο παιχνίδι της επιστημονικής έρευνας και έτσι καταλήξαμε στον ορισμό της επιχείρησης ως ένα οργανισμό που έχει ως αποκλειστικό σκοπό την μεγιστοποίηση των κερδών του (η ποιότητα του παραγόμενου προϊόντος δεν είναι πιο σημαντική αλλά αν φέρνει περισσότερα κέρδη… γιατί όχι?) και φτάσαμε στο μέγα μάρκετινγκ, πως δηλαδή να κάνεις τους ανθρώπους να αγοράζουν αυτά που δεν χρειάζονται.

Η εξέλιξη φυσικά δεν σταμάτησε, η τεχνολογία μπήκε στις υπηρεσίες, οι εταιρίες αποκτήσαν εκπληκτικά διαχειριστικά ηλεκτρονικά προγράμματα, και μπήκαμε στην εποχή της πληροφορίας, που έφερε τις εταιρίες σούπερ μάρκετ να ενοικιάζουν (θέσεις σε) ράφια, απευθείας στον παραγωγό και να παίρνουν και προμήθεια από τις πωλήσεις γιατί ξέρουν ότι οι πελάτες τους γουστάρουν φέτα με λάδι και τα βάζουν το ένα κοντά στο άλλο, ακόμα και αν έχεις λάδι, ωραίο μέρος, παίζει και ωραία μουσικούλα, βόλτα ούτως η άλλως ούτε τον σκύλο σου να βγάλεις δεν προλαβαίνεις, το μυαλό διατάζει το χέρι να πιάσει το πεντόκιλο λαδάκι που είδες στις διαφημίσεις σήμερα το πρωί, και εσύ συνεχίζεις με ένα περίεργο χαμόγελο, αφού έτσι είναι η ζωή άλλωστε τι να κάνεις, το βράδυ θα πάμε μπουζούκια να ξεδώσουμε.

Όλα δουλεύουν μόνα τους, δεν τους χρειάζονται τους ανθρώπους, όσο διαβασμένοι και εκπαιδευμένοι και να είναι πεινάνε για μεροκάματο. Η κοινωνική ανισότητα αρχίζει πλέον να τραβάει τον άνθρωπο σε κοινωνική ύφεση, και αρχίζουν τα καμπανάκια. Στα πανεπιστήμια πληθαίνουν οι συζητήσεις περί «επιχειρηματικής ηθικής», περί «περιβαλλοντικής ηθικής», αλλά τα χρήματα βουλώνουν τα στόματα. Στους δρόμους ο κόσμος ψάχνει μια αφορμή για να τα σπάσει όλα, αλλά πέφτει θύμα της προπαγάνδας των μίντια. Όλα φαίνονται μαύρα αλλά η εξέλιξη δεν σταματάει. Η τεχνολογία προχωράει και πλέον γίνεται όλο και πιο οικονομική. Εκπληκτικών δυνατοτήτων πληροφοριακά συστήματα είναι εύκολα προσβάσιμα. Το ίντερνετ γίνεται προπύργιο κατά της πνευματικής ιδιοκτησίας απελευθερώνοντας κάθε πληροφορία. Ο κόσμος αρχίζει και ασχολείται με την πληροφορία (google maps, Wikipedia, wolfram κτλ) και το σημαντικότερο είναι ότι ασχολείται τσάμπα! Ο εθελοντισμός ανεβαίνει ταχύτατα, έργα πραγματοποιούνται από ΜΚΟ σε όλο τον κόσμο και αυτές γεννιούνται με ασύλληπτους ρυθμούς, Οι πολυμετοχικές εταιρίες ακμάζουν, (εταιρίες δηλαδή στις οποίες δεν υπάρχει ένας, ή κάποιοι συγκεκριμένοι κεφαλαιοκράτες από πίσω), μέχρι που φτάσαμε την τελευταία δεκαετία στις μη κερδοσκοπικές τράπεζες.

Η Οικονομία Βασισμένη στους Πόρους (ΟΒΠ)

Να ξεκαθαρίσουμε ότι η οικονομία είναι η επιστήμη που απασχολείται με το πώς θα επιτευχθεί κάποιο αποτέλεσμα με την χρήση δεδομένων πόρων. Η ανίχνευση της ταχύτητας εκείνης που χρειάζεται ώστε να τελειώσεις τον μαραθώνιο χωρίς να λιποθυμήσεις είναι θέμα οικονομικό. Η κατασκευή μιας ανεμογεννήτριας με τρόπο που αυτή να παράγει περισσότερο από όσο καταναλώνει είναι θέμα οικονομικό. Η οικονομία δεν ασχολείται με χρήματα. Ασχολείται με πόρους και αποτελέσματα. Το χρήμα είναι πόρος τόσο όσο και αποτέλεσμα και έτσι υπόκειται σε οικονομική ανάλυση. Αυτό σημαίνει ότι ο όρος «αχρήματη οικονομία» είναι δόκιμος.

Η οικονομική διάρθρωση μιας κοινωνίας, ο τρόπος δηλαδή με τον οποίο παράγονται και διανέμονται τα αγαθά, είναι τόσο σημαντική που αποτελεί τον πυρήνα της. Κυρίαρχο οικονομικό-κοινωνικό σύστημα σήμερα είναι ο καπιταλισμός που υποστηρίζει την ελεύθερη αγορά χωρίς έντονο κρατικό παρεμβατισμό. Ο καθένας παράγει και προσφέρει ότι μπορεί και θέλει, υπακούοντας μόνο κάποιους πολύ βασικούς κανόνες.

Όπως αναφέρθηκε, όταν ο καπιταλισμός εισάχθηκε στην κοινωνία, ήταν μια σωστή κίνηση. Την ορθότητα της τη καθόριζαν οι εξελίξεις. Σήμερα όμως ο καπιταλισμός αποτελεί θεσμό ξεπερασμένο βάσει συνθηκών. Ποιες είναι οι συνθήκες αυτές? Ποια ήταν τα στοιχεία εκείνα που έκαναν τον καπιταλισμό μια σωστή κίνηση?

Αρχικώς η ανάγκη για ισότητα και κοινωνική ευημερία. Οι κοινωνικές τάξεις της εποχής ήταν οι αριστοκράτες οι αστοί και οι δούλοι. Η δουλεία ήταν αναπόσπαστο μέρος του κοινωνικού οικοδομήματος αλλά οι φωνές ενάντια τόσο σε αυτό το θεσμό όσο και στον θεσμό της αριστοκρατίας ήταν εντονότατες, φέρνοντας στο προσκήνιο και άλλους απαράδεκτους θεσμούς όπως η παιδική εργασία και η θέση της γυναίκας στην κοινωνία και γενικότερα στιγματίζοντας την ανισότητα που επικρατούσε. Ο καπιταλισμός ήταν σημαία της ελευθερίας εξού και το μοτό του laissez-faire (αφήστε το ελεύθερο). Σήμερα βρισκόμαστε αντιμέτωποι πάλι με αντίστοιχες καταστάσεις έντονης ανισότητας μόνο που η ελίτ σήμερα αποτελείται από κεφαλαιούχους, και η καταπιεσμένη τάξη από εργαζόμενους και ανέργους, αποτέλεσμα του καπιταλισμού.

Στην πραγματικότητα η κοινωνία μας είναι πλέον καπιταλιστική μόνο κατ επίφαση. Ο καπιταλισμός απαιτεί την ελεύθερη διακίνηση πόρων κάτι που σήμερα δεν συμβαίνει. Αυτό αποτελεί ουσιαστικώς και την εντροπία του καπιταλισμού, καθότι η συσσώρευση του πλούτου σε λίγα χέρια είναι καθοριστικός παράγοντας ελέγχου της αγοράς. Όταν τρεις άνθρωποι ελέγχουν το 95% της παγκόσμιας διακίνησης εθνικών δανειακών συμβάσεων είναι προφανές ότι μόνο ελεύθερη δεν είναι αυτή η αγορά. Τα καρτέλ, τα ολιγοπώλια και τα μονοπώλια είναι κάθετα αντίθετα στην ελεύθερη διακίνηση, ωστόσο δεν μπόρεσε η ανθρωπότητα να προστατευτεί από αυτά.

Η αρχική αιτία υπάρξεως του χρήματος είναι ένα θέμα που επίσης πρέπει να μελετηθεί. Το χρήμα όπως αναφέρθηκε δημιουργήθηκε για να διευκολύνει την ανταλλαγή αγαθών, δεδομένου ότι η ατομική παραγωγή όλων των βασικών αγαθών ήταν κάτι το αδύνατο. Λακωνικά, η αυτάρκεια καταλύει το χρήμα. Το ερώτημα είναι αν σήμερα η τεχνολογία είναι σε θέση να φέρει την ατομική αυτάρκεια. Η απάντηση είναι όχι. Σήμερα δεν μπορεί. Μπορεί όμως να φέρει την αυτάρκεια σε συλλογικό επίπεδο? Αυτό είναι ένα θέμα προς διερεύνηση και εύκολα κάποιος μπορεί να υποθέσει ότι τα βασικά και πλήθος άλλων αγαθών μπορούν να παραχθούν εντός μιας κοινότητας. Συγκεκριμένα, φαγητό και ενέργεια είναι εύκολα προσβάσιμα ακόμα και από μια μόνο οικογένεια. Το εύρος των αναγκών και ο σαφής καθορισμός αυτών είναι σημείο καθοριστικής σημασίας με έντονες φιλοσοφικές όμως προεκτάσεις στις οποίες δεν θα επεκταθούμε. Θα κρατήσουμε ως συμπέρασμα ότι σήμερα είμαστε σε θέση να επιζήσουμε και να ευημερήσουμε εντός αυτόνομων οικισμών, και απόδειξη αυτού αποτελούν υπαρκτά παραδείγματα (υπάρχουν τέτοιες αυτάρκεις και αχρήματες κοινότητες και στην Ελλάδα).

Συνοψίζοντας τα ανωτέρω αναφερόμενα καταλήγουμε στο ότι ο καπιταλισμός έχει καταλύσει τους σκοπούς του, καταργώντας την ελευθερία και δημιουργώντας μια νέας μορφής ανισότητα, ενώ η ανθρωπότητα έχει τα μέσα να ευημερήσει οργανωμένη σε μικρές αυτόνομες κοινότητες.

Αυτό που περιορίζει σήμερα την ανθρωπότητα είναι οι πόροι. Οι πραγματικοί πόροι ήτοι οι φυσικοί πόροι και η γνώση. Λαμβάνοντας υπό όψη αυτούς ως μόνο περιορισμό καλούμαστε να κατασκευάσουμε ένα οικονομικό σύστημα που θα τους διαχειρίζεται παράγοντας το μέγιστο αποτέλεσμα. Εξ ορισμού λοιπόν το σύστημα αυτό λέγεται Οικονομία Βασισμένη στους Πόρους (ΟΒΠ).

Το σύστημα αυτό εισήχθη από τον Jacques Fresco, και προωθείται μέσω του Venus Project. Το σύστημα παρουσιάζει μια οικονομία που αποτελείται από αυτόνομες υπερεξελιγμένες τεχνολογικά κυκλικές πόλεις, η λειτουργία των οποίων επικουρείται από ένα κεντρικό υπολογιστή που αποτελεί και τον εγκέφαλο της κάθε πόλης και οποίος συνδέεται με τους υπολογιστές όλων των άλλων πόλεων του πλανήτη. Οι υπολογιστές αυτοί αναλύουν αδιάκοπα πληροφορίες που σχετίζονται με της ανάγκες των ανθρώπων και την διαθεσιμότητα των πρώτων υλών του πλανήτη. Εντός των πόλεων δεν υπάρχουν χρήματα καθώς τα αγαθά παράγονται κατ απαίτηση και εν λευκώ λόγω της τεχνολογικής εξέλιξης διαμορφώνοντας σημαντικά το lifestyle των ανθρώπων, αφού η απουσία χρημάτων σε συνδυασμό με την εν λευκώ παραγωγή και διάθεση αγαθών, καταλύει σημαντικό πλήθος θεσμών που χαρακτηρίζουν την εποχή μας. Χρηματιστήριο, οικονομικές επιτροπές και υπηρεσίες, ασφαλιστικές εταιρίες, Τράπεζες και ταμιευτήρια, διαφημιστικές, εφορίες, κάθε επιχειρηματική οντότητα καταλύεται μαζί με την κατάλυση του εμπορίου και μαζί μεταλλάσσονται έννοιες όπως αυτή της ιδιοκτησίας ή της αποθήκευσης που με την σειρά τους μεταλλάσσουν και άλλες όπως η κλοπή και ο καταναλωτισμός κοκ.

Η συνήθης πολεμική σε αυτή την πρόταση δεν είναι παρά μια συλλογιστική τελειομανίας. Σκοπός όμως, δεν ήταν ποτέ η ανεύρεση της τέλειας λύσης. Σκοπός είναι η εύρεση της καλύτερης δυνατής. Η ΟΒΠ είναι ένα σύστημα με σοβαρή θεωρητική τεκμηρίωση.

Ένα χειμωνιάτικο πρωινό.

Κάτι.

Μέσα σε ένα πνιχτό βαθύ βουβό κατάμαυρο τίποτα κάτι κάπου σκέφτηκε να σαλέψει μα το μετάνιωσε και όλα έμμειναν νεκρά. Σαν βουβό βεγγαλικό που έσκασε πίσω μου κάπου μακριά ψηλά από άγνωστο λόγο και έσβησε πριν προλάβει καλά καλά να λάμψει μα πρόλαβε να ζωγραφίσει την σκιά μιας λέξης σε κάποιο μαύρο υπόγειο τοίχο.

Κρύο.

Η λέξη μου ζητάει γλυκά να ξυπνήσω και εγώ αρνιούμαι. Μαζεύω τα πόδια μου σαν έμβρυο μα πάλι εκείνη έρχεται να με βγάλει από το σκοτεινό βουβό τίποτα. Κουκουλώνομαι με την κουβέρτα και μπορεί τίποτα να μην βλέπω και τίποτα να μην ακούω μα το τίποτα έχει φύγει και στην θέση του έχει μπει μια άχρωμη μα ζωντανή παράσταση. Ένα σώμα σε ένα ντιβάνι πλάι σε ένα τζάκι, που μπορεί να έχει σβήσει ή να είναι αναμμένο, μα τόσο κρύο, λες να χιόνισε; λες να ξημέρωσε; Αρκεί να ανοίξω τα μάτια μου και θα τα ξέρω όλα.

Τι ώρα να είναι;

Τι με νοιάζει δεν δουλεύω σήμερα, μήνες τώρα δεν δουλεύω. Το βαρέθηκα αυτό το βιολί δεν το θέλω για αυτό είμαι εδώ και κοιμάμαι στο χωριό μου. Για αυτό και μόνο δεν θα ανοίξω τα μάτια μου μα θα απλώσω το χέρι και θα πιάσω την κουβέρτα που μέρες τώρα περίμενε να μπει σε κάποια ντουλάπα μα ευτυχώς δεν μπήκε ποτέ, έμεινε στην καρέκλα δίπλα στο κρεβάτι μου.

Νυστάζω.

Πόσες ώρες να κοιμάμαι πάλι σήμερα. Πόσες ημέρες μετράω που κοιμάμαι ολάκερα δεκάωρα; Τι σημασία έχει; Όταν ξυπνήσω θα μάθω. Όλη μου την ζωή βιαζόμουν. Αρκετά. Δεν μπορώ να απλώσω την κουβέρτα με κλειστά τα μάτια μου όμως. Μπορεί να ενοχλήσω τον γατούλι που κοιμάται στα πόδια μου. Έστω. Τώρα είναι καλύτερα. Πολύ πιο ζεστά ήδη. Το αχνό φως του ήλιου φάνηκε έξω από τα παραθυρόφυλλα. Το τζάκι έχει σβήσει. Πρέπει να είναι έξι η ώρα. Πέντε ώρες μόνο κοιμήθηκα. Μα ξύπνησα τώρα. Κάνει πολύ κρύο.

Ας είναι. Ας με ξυπνάει το κρύο και του ήλιου το φώς όταν δεν με ξυπνάει η ξεκούραση. Ας με ξυπνάει οτιδήποτε πέρα από την βιασύνη και το άγχος που μέχρι τώρα με ξύπναγε. Ας ξυπνήσω τώρα και κοιμάμαι το μεσημέρι. Ή κοιμάμαι το βράδυ. Δεκαπέντε ώρες ίσως και είκοσι τι σημασία έχει. Άλλωστε κάνει πολύ κρύο. Θα ξυπνήσω και θα μείνω εδώ ξαπλωμένος, μπορεί να περιμένει το χιόνι αν έχει πέσει.

Νομίζω είδα κάτι όνειρα απόψε.

Αυτό θα κάνω. Θα ρίξω μερικά ξύλα στο τζάκι να φουντώσει να με ζεστάνει, θα φτιάξω και έναν ζεστό καφέ, θα ανάψω και ένα τσιγάρο, και θα μείνω με τις κουβέρτες στο κρεβάτι. Να παίξω με τις ιδέες μου.

Και βλέπουμε.

Κόκκινα φανάρια και Νόμοι: το περιούσιον

Ξεκινάω λοιπόν την ρουτίνα μου, πρωί πρωί, δεν έχω πιεί καν καφέ, κάνει τόσο κρύο που νιώθω τον παράδεισο ως μια απέραντη κουβέρτα και φτάνοντας στον κεντρικό δρόμο, από ένα σοκάκι βλέπω το κόκκινο φανάρι.

Ποιο φανάρι? Μέχρι χτες δεν είχε φανάρι εδώ, μόνο ένα στοπ είχε και η κίνηση του δρόμου δεν είναι τέτοια ώστε να χρειάζεται φανάρι. Ωσάν να μην άλλαξε τίποτα λοιπόν, κοιτάω τον δρόμο –κανένα αυτοκίνητο, 6 ώρα το πρωί- βάζω ταχύτητα και πατάω το γκάζι – περνάω το δρόμο. Άσε μας βρε αδελφέ να πάμε στην δουλίτσα μας…

Πέρασα κόκκινο, απουσία τροχονόμου, καμία διαφορά.

Παράβαση του ΚΟΚ. Παράβαση του Νόμου. Πρόστιμο, αφαίρεση διπλώματος. Ανυπακοή. Γνωστά αυτά. Ίσως και λίγο μαγκιά από τους μπάτσους αν σε πιάσουν στα πράσα. Περιούσιο το περίβλημα.

Η ουσία: ο κίνδυνος (άνω τελεία)

Στην απόφαση μου κάποτε να πάρω μοτοσυκλέτα –απόφαση που πραγματοποιήθηκε άμεσα- η διδαχή ήταν απλή: πάντα ελέγχεις την διέλευση σου ακόμα και όταν έχεις πράσινο. Μετά από μερικά ατυχήματα -και πολλά παραλίγο ατυχήματα- η μεγάλη μου φοβία είναι οι κεντρικές λεωφόροι με τα πολλά φανάρια και την κίνηση υψηλών ταχυτήτων. Δεν μπορείς να πας αργά και δεν μπορείς ποτέ να ξέρεις ποιο γκαβάδι θα παραβιάσει το σηματοδότη του και θα σου φράξει θανάσιμα το δρόμο.

Στα σοκάκια, λόγω χαμηλών ταχυτήτων, έχεις την «πολυτέλεια» να ελέγξεις το ασφαλές σου πέρασμα όπως και στα στοπ - όπου το «πολυτέλεια» γίνεται «υποχρέωση». Στα φανάρια, ειδικά τα πράσινα, δεν την έχεις. Σου την στερεί η λογική: «είναι πράσινο για εμένα άρα είναι κόκκινο για τον άλλο άρα αυτός περιμένει άρα εγώ περνάω». Αν οι ταχύτητες είναι χαμηλές, μπορείς να επιβληθείς σε αυτό το λαθεμένο συμπέρασμα. Αν όχι, το παίζεις κορώνα γράμματα.

Δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη ότι τα περισσότερα ατυχήματα συμβαίνουν σε φανάρια. Κάποιοι το έχουν πάρει χαμπάρι αυτό –κυρίως στο εξωτερικό- και οι ισόπεδοι κόμβοι αντικαθιστώνται από κυκλικές πλατείες ενώ, όπου είναι εφικτό, κατασκευάζονται ανισόπεδοι κόμβοι. Μακριά από εμάς τα φανάρια. Είναι η χειρότερη λύση.

Φυσικά αυτό δεν είναι πάντα εφικτό, κυρίως για οικονομικούς λόγους, ειδικά στην εποχή μας, η προστασία της ζωή μας από την, αντίστοιχη με πόλεμο, θνησιμότητα των ατυχημάτων, έρχεται μάλλον δεύτερη στην υποχρέωση μας να τηρούμε τους χρηματοπιστωτικούς νόμους.

Να το αναφράσουμε αυτό με μια πιο γενική αύρα?

«Οι πραγματικές μας ανάγκες δεν είναι τόσο σημαντικές όσο οι Νόμοι μας».

Η νομοτυπία, η υποδούλωση της λογικής μας και ο καταποντισμός των αναγκών μας υπό το βάρος των «πρέπει» που κληρονομήσαμε είναι το καθεστώς που υπηρετούμε.

Πόσο συχνά άλλωστε δεν ακούμε την έκφραση –και πόσο συχνά την λέμε μέσα μας- «θα έχω δίκιο!». Αν πέσει ο άλλος πάνω σου και σε σακατέψει εσύ θα ολοκληρωθείς από το δίκιο σου? Ή μήπως αν προσέξεις και αποφύγεις το όποιο συμβάν θα το χάσεις το δίκιο σου? Το μόνο που θα χάσεις είναι την δυνατότητα να σου αποδοθεί το δίκιο. Έστω και στιγμιαία όμως, νοερά, προτιμάς την απονομή του δικαίου από την ζωή.

Αυτό, να το ξέρετε είναι πολύ καλό. Προκύπτει από την κατανόηση μας ότι το γενικό καλό είναι πάνω από το ατομικό – αν και η λέξη «κατανόηση» δεν προσφέρεται. Η ένταξη του όμως σε αυτή την συλλογιστική είναι πέρα για πέρα λάθος, και κυρίως αναποτελεσματική, γιατί η αδικία στους δρόμους δεν είναι στάση ζωής κάποιου αλλά αποτέλεσμα συνθηκών. Αυτό που πρέπει να διορθωθεί δεν είναι το ήθος αυτού που διαπράττει την αδικία αλλά οι συνθήκες που την προκαλούν.

Όπως τα κόκκινα φανάρια.

Γιατί η οδήγηση μας, παρά τις κανονιστικές προτάσεις κάποιων, είναι ένα σύνολο υποσυνείδητων αντιδράσεων. Διεξάγεται ως επί το πλείστον στο κλειδωμένο μέρος του εγκεφάλου μας, όμοια με την αντίδραση μας όταν το χέρι μας πιάσει κάτι καυτό. Αντίδραση που δεν είναι δική μας.

Έτσι λοιπόν ο πλούτος αυτός των φαναριών, αποδυναμώνει την αντιληπτική τους οντότητα. Περνάνε απαρατήρητα. Τα συνηθίζουμε, τα ξεχνάμε. Η στάση μας στο κόκκινο φανάρι δεν είναι δική μας απόφαση. Εμείς απλά δεν την εμποδίζουμε.

Μπορείτε λοιπόν να αντιδράτε αντιτάσσοντας ένα επιφανειακό «πρέπει» ή να προστατευτείτε απέναντι σε αυτό το λάθος. Είτε να βαπτίσετε ηλίθιους και απρόσεχτους και άξιους θανατικής καταδίκης εκείνους που παραβιάζουν τα κόκκινα και να θέσετε τους εαυτούς σας επίδοξα θύματα αυτών, ή να αντιληφθείτε το λάθος των συνθηκών και να το μελετήσετε.

Να μελετήσετε το γιατί υπακούμε σε μερικές «απόψεις», που κάποιος μαλάκας κάποτε έγραψε και τις βάπτισε νόμους, σαν να είναι αντίστοιχοι του νόμου της βαρύτητας. Αν μελετήσετε, θα βρείτε υπέροχα πράγματα. Θα κατανοήσετε και θα εκλογικεύσετε την έννοια των νόμων. Την διαφορά ανάμεσα στους αστικούς νόμους και τους φυσικούς νόμους. Την διαφορά ανάμεσα στα «θεσμικά πρέπει» και την κοινή λογική. Την απάτη των συνταγμάτων και την ουσιαστικότητα του ανθρωπίνου δικαιώματος.

Είναι μια λαθεμένη υπόθεση της ανθρωπότητας, ένα αξίωμα που το συνηθίσαμε και αυτό πότισε μέσα μας τόσο πολύ που πια δεν το βλέπουμε. Δεν βλέπουμε ότι ποτέ δεν ίσχυε.

ΟΛΒΙΟΣ ΟΣΤΙΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΕΣΧΕ ΜΑΘΗΣΙΝ
Ποιός ξέρει την ιστορία των νόμων?

Η γνώση είναι απελευθερωτική